Το μη επανδρωμένο αεροσκάφος Bayraktar TB3 (UCAV) της Baykar, ολοκλήρωσε την πρώτη του πτήση για τον εορτασμό των 100 ετών ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας. Με πρωτοβουλία του Διευθύνοντος Συμβούλου και CTO της Baykar, Selçuk Bayraktar, την Παρασκευή, 27 Οκτωβρίου, αυτή η παρθενική πτήση ακολούθησε την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών εδάφους στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Δοκιμών Πτήσεων AKINCI στο Çorlu του Tekirdağ. Αφού ολοκλήρωσε το πρώτο στάδιο πτήσης του στις 08:30, το UCAV πραγματοποίησε μια πτήση διάρκειας μίας ώρας, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό βήμα στο καθεστώς δοκιμών του.
Με τον κινητήρα εγχώριας παραγωγής PD-170 από το TEI (TUSAS Engine Industries), η πρώτη πτήση του Bayraktar TB3 διήρκεσε μία ώρα, σηματοδοτώντας μια σημαντική εξέλιξη για την αγορά μη επανδρωμένων μέσων της Τουρκίας. Αυτός ο κινητήρας 170 ίππων είναι προσαρμοσμένος για ναυτικό περιβάλλον μάχης. Το UCAV, το οποίο έκανε το ντεμπούτο του για πρώτη φορά στο TEKNOFEST στο αεροδρόμιο Ataturk, αργότερα συμμετείχε σε επόμενα TEKNOFEST στην Άγκυρα και τη Σμύρνη. Η ικανότητά του να λειτουργεί από μικρούς διαδρόμους σε πλοία, όπως το TCG ANADOLU, συγκέντρωσε σημαντική προσοχή. Η ικανότητα αυτή δεν έχει πιστοποιηθεί επιχειρησιακά.
Ο σχεδιασμός του UCAV του επιτρέπει να λειτουργεί από μικρούς διαδρόμους, καθιστώντας το μοναδικό στην κατηγορία του, χωρίς κάτι τέτοιο να έχει πιστοποιηθεί επιχειρησιακά. Εξοπλισμένο με συστήματα επικοινωνίας πέρα από την γραμμή του ορίζοντα, μπορεί να λειτουργήσει από μεγάλες αποστάσεις, ενισχύοντας τις ικανότητες αναγνώρισης, μετάδοσης πληροφοριών και χτυπήματος της Τουρκίας εναντίον μακρινών στόχων.
Τέλος, στην τελετή παράδοσης του TCG Anadolu, ο Selçuk Bayraktar αποκάλυψε σχέδια για δοκιμές Bayraktar TB3 σε ναυτική πλατφόρμα μάχης μέχρι το 2024.
Τρόποι Αντιμετώπισης
Μη επανδρωμένα εναέρια μέσα σαν το προαναφερόμενο για να επιχειρήσουν στο σύνθετο γεωγραφικό περιβάλλον μάχης του Αιγαίου αναγκάζονται διά των σταθμών διοίκησης και ελέγχου να προωθηθούν στα μικρασιατικά παράλια με σκοπό να υπάρχει αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ χειριστή και εναέριου μέσου. Κατεπέκταση η συντριπτική πλειοψηφία των κέντρων χειρισμού θα βρίσκεται εντός της επιχειρησιακής εμβέλειας της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας αλλά και βλημάτων εδάφους-εδάφους των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Αποτελεσματικότερος τρόπος αντιμετώπισης είναι η δημιουργία ενός σχετικά φθηνού ”δικτύου μάχης” όπου χιλιάδες διάσπαρτοι εναέριοι, θαλασσί και υποθαλάσσιοι αισθητήρες μάχης θα συλλέγουν δεδομένα στοχοποίησης τον προωθημένων κέντρων διοίκησης και ελέγχου αυτών. Έπειτα θα τα μεταβιβάζουν στα βλήματα του ελληνικού στρατού και έτσι θα ολοκληρώνεται η στοχοποίηση και η καταστροφή τους είτε από εναέρια είτε από χερσαία μέσα. Είναι αναγκαία η προσθήκη εμπορικά διαθέσιμων drone από το Ελληνικό Στράτευμα, αλλά και η προσθήκη του απαραίτητου όγκου βλημάτων για την διαδικασία αυτή.