Χωριανόπουλος Άγγελος
Η επικαιροποιημένη έκθεση προς το Κογκρέσο υπογραμμίζει τα σχέδια του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ για το επόμενη πλατφόρμα επιφανείας, την DDG(X), στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας για την επέκταση του στόλου των μεγάλων μονάδων του Πολεμικού Ναυτικού. Τα σύγχρονα αντιτορπιλικά έχουν εξελιχθεί σε ευέλικτα μαχητικά επιφανείας, εκπληρώνοντας κρίσιμους ρόλους όπως η συνοδεία εμπορικών πλοίων και ομάδων μάχης αεροπλανοφόρων καθώς και επιχειρήσεις διεθνούς ασφάλειας, εμπλοκής στόχων εδάφους, εμπλοκής στόχων αέρος, ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων και καταστολής βαλλιστικών βλημάτων (BMD). Αυτοί οι ρόλοι έχουν ενισχυθεί περαιτέρω από προηγμένα συστήματα/λογισμικά μάχης και όπλων, συμπεριλαμβανομένων των όπλων κατευθυνόμενης ενέργειας εντός πλοίων και των υπερηχητικών πυραύλων.
Στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, οι αυξανόμενες δυνατότητες του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού-Ναυτικού (PLA-N) έχουν ωθήσει γειτονικές χώρες όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία να εκσυγχρονίσουν τους στόλους των αντιτορπιλικών τους. Οι ΗΠΑ αναβαθμίζουν επίσης τα αντιτορπιλικά τους κλάσης Arleigh Burke, με τις παραλλαγές Flight II και Flight II/B ενσωματόνωντας σχέδια για βελτιώσεις των ραντάρ. Ωστόσο, οι υπάρχουσες μορφές έχουν περιορισμούς, γεγονός που οδηγεί στην ανάπτυξη του αντιτορπιλικού νέας γενιάς με κατευθυνόμενους πυραύλους DDG(X).
Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ επιδιώκει να επιταχύνει το πρόγραμμα DDG(X) και να επεκτείνει τον μεγάλο στόλο των μαχητικών επιφανείας του λόγω των ταχέως εξελισσόμενων ναυτικών δυνατοτήτων δυνητικών αντιπάλων όπως η Κίνα και η Ρωσία, σε συνδυασμό με τη γήρανση του σημερινού στόλου του. Το προτεινόμενο DDG(X) έχει ως στόχο να αντικαταστήσει τα καταδρομικά κλάσης Ticonderoga και τα παλαιότερα αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke. Το 30ετές σχέδιο ναυπήγησης πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ περιγράφει πιθανούς στόχους σε επίπεδο δυνάμεων που κυμαίνονται από 63 έως 96 κύριες μονάδες επιφανείας.
Το κόστος αποτελεί μείζονα ανησυχία, με τις εκτιμήσεις να υποδηλώνουν ότι το DDG(X) θα μπορούσε να κοστίσει έως και 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια ανά πλοίο, επηρεάζοντας ενδεχομένως την παραγωγή. Το ιστορικό που αφήνει η οικονομική διαχείριση του F-35 φαίνεται να δημιουργεί ορισμένες αμφιβολίες αναφορικά με την ικανότητα οικονομικής συνεργασίας μεταξύ δημοσίων φορέων και ιδιωτών εργολάβων άμυνας. Παρά τις προκλήσεις, το DDG(X) σχεδιάζεται να γίνει μια πλατφόρμα με φιλόδοξα τυποποιημένα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά και αναβαθμίσεις κατά τη διάρκεια της ζωής του, ώστε να διασφαλίζεται ότι μπορεί να υπερτερεί έναντι των δυνητικών αντιπάλων.
Υπό το πρίσμα του δυνητικού κόστους και των τεχνολογικών εξελίξεων, θα μπορούσαν να προκύψουν ευκαιρίες για συμμαχικές συνεργασίες, όπως η AUKUS, που θα επέτρεπαν σε χώρες όπως η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο να συνεργαστούν για την ανάπτυξη και την απόκτηση του DDG(X) ή παρόμοιων μελλοντικών προγραμμάτων αντιτορπιλικών. Η θέση της Ελλάδας θα μπορούσε να είναι αντίστοιχη. Η σύμπραξη αυτή θα μπορούσε να προσφέρει οικονομικά οφέλη, να υποστηρίξει τον κοινό σχεδιασμό και παραγωγή και να ενισχύσει τον παγκόσμιο αντίκτυπο του προγράμματος. Η ναυπηγική βιομηχανία της Αυστραλίας, η οποία επί του παρόντος ασχολείται με τις φρεγάτες κλάσης Hunter, θα μπορούσε να μεταβεί στην παραγωγή του DDG(X), προσφέροντας οικονομικά και στρατηγικά πλεονεκτήματα.