Χωριανόπουλος Άγγελος
Στο πεδίο επιχειρήσεων της Ουκρανίας, ο Ρωσικός Στρατός εμφάνισε ένα νέο αυτοσχέδιο μη επανδρωμένο αεροσκάφος το οποίο φέρει στο κοίτος του FPV drones και λειτουργεί ως εναέριος κόμβος αναμετάδοσης δεδομένων (και FPV) που απαιτείται για τη σύνδεση των τηλεκατευθυνόμενων αεροσκαφών FPV με τους “πιλότους” τους χιλιόμετρα μακριά.
Ανεξάρτητα από το αν το εν λόγω σκάφος είναι όντως ικανό να εκτελέσει αυτά τα καθήκοντα, η ιδέα είναι εξαιρετικά σημαντική ως ένας νέος τρόπος για να παρακαμφθούν με φτηνό κόστος σημαντικοί τεχνολογικοί περιορισμοί, ενώ μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο πεδίο της μάχης. Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη FPV έχουν αλλάξει τη φύση του πολέμου στην Ουκρανία σε τέτοιο βαθμό, ώστε να συζητείται πλέον ότι έχουν σχεδόν την ίδια σημασία με το πυροβολικό. Και οι δύο πλευρές εργάζονται για την κατασκευή εκατοντάδων χιλιάδων FPV (ή και περισσότερων) μη επανδρωμένων αεροσκαφών φέτος.
Ωστόσο, αυτό το ρωσικό μη επανδρωμένο αεροσκάφος, ή τουλάχιστον η ιδέα που φημολογείται ότι σχετίζεται με αυτό, θα μπορούσε να αποτελέσει μια πολύ χρήσιμη λύση για ορισμένους από αυτούς και άλλους περιορισμούς των FPV drone. Ο αμερικανικός στρατός έχει διερευνήσει σε γενικές γραμμές παρόμοιους συνδυασμούς τα τελευταία χρόνια, αλλά εκτός του πλαισίου του ταχέως εξελισσόμενου τεχνολογικού πεδίου μάχης στην Ουκρανία.
Το ρωσικό σχέδιο, με την ονομασία Pchelka, το οποίο είναι ένα σκάφος με δυνατότητα κάθετης απογείωσης και προσγείωσης, που κινείται με φυσικό αέριο, υποτίθεται ότι σχεδιάστηκε για να επιχειρεί κοντά στο μέτωπο στην Ανατολική Ουκρανία. Η δυνατότητα απογείωσης και προσγείωσης από οπουδήποτε είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Το γεγονός ότι θα μπορούσε δυνητικά το μη επανδρωμένο μέσο να απελευθερώσει FPV drones, τα οποία μπορούν στη συνέχεια να εκμεταλλευτούν πλήρως το δικό τους μέγιστο βεληνεκές (έως και δώδεκα μίλια), είναι ένα αρκετά μεγάλο άλμα ικανοτήτων φτηνού κόστους. Αυτή η ικανότητα παράδοσης δεν θα είχε μεγάλη σημασία αν δεν είχε επίσης την ικανότητα να περιφέρεται σε ύψος και να παρέχει μια απευθείας σύνδεση αναμετάδοσης οπτικής επαφής μεταξύ των χειριστών των FPV drones.
Συνολικά, τα συστήματα αυτά δεν είναι υψηλού κόστους και θα μπορούσαν να θεωρηθούν αξιοποιήσιμα στο πεδίο της μάχης και από την Ελλάδα. Το γεγονός ότι θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε πολλαπλά πλήγματα σε εξαιρετικά ευαίσθητες περιοχές καθιστά το κόστος της απώλειάς τους κατά τη διαδικασία πολύ πιο αποδεκτό. Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη FPV που θα μεταφέρουν είναι ήδη αναλώσιμα εκ κατασκευής. Έτσι, ανεξάρτητα από το πόσο αληθινές είναι οι φημολογούμενες δυνατότητες του Pchelka, η ιδέα έχει σίγουρα πολύ νόημα και είναι βέβαιο ότι θα δούμε παρόμοιες επαναλήψεις του στο πεδίο της μάχης στην Ουκρανία και πέραν αυτής, ειδικά έως ότου ένας πολύ μεγαλύτερος βαθμός αυτονομίας γίνει “κοινός τόπος” σε συστήματα drone χαμηλότερου επιπέδου όπως αυτά.
Οι προσπάθειες των ΗΠΑ για ανάπτυξη αντίστοιχων ικανοτήτων
Όπως έχουμε αναφέρει και σε προηγούμενη ανάλυση, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι πραγματοποίησε την πρώτη επιτυχή δοκιμή εκτόξευσης »παλετοποιημένων πυρομαχικών» (palletized munitions) αέρος-επιφανείας, εν ονόματι Rapid Dragon. Η δοκιμή επετεύχθη μέσω εκτόξευσης των βλημάτων από όχημα MC-130J Commando II το οποίο αποδέσμευσε έναν απροσδιόριστο πύραυλο cruise o oποίος έβαλε με επιτυχία έναντι κινούμενου στόχου στον Κόλπο του Μεξικού. Το Εργαστήριο Έρευνας της Πολεμικής Αεροπορίας (AFRL), το οποίο ηγείται του προγράμματος Rapid Dragon μέσω του γραφείου Στρατηγικού Σχεδιασμού και Πειραμάτων Ανάπτυξης (SDPE), ανακοίνωσε την ολοκλήρωση αυτής της δοκιμής αλλά και την επιτυχημένη οπλοποίηση τεχνολογιών Μηχανικής Μάθησης που χρησιμοποιήθηκαν για την συνεργατική εμπλοκή.
Η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων της Πολεμικής Αεροπορίας (AFSOC), το Standoff Munitions Application Center της Πολεμικής Αεροπορίας και το Naval Surface Warfare Center-Dahlgren Division του Ναυτικού των ΗΠΑ (NSWC-Dahlgren), καθώς και οι εταιρείες Lockheed Martin, Systima Technologies, Safran Electronics and Defense, Parachutes USA και R4 Integration, Inc., συμμετείχαν επίσης σε αυτή την επίδειξη. Στην επίδειξη αυτή παρουσιάστηκε ένα μελλοντικό μοντέλο στρατιωτικών επιχειρήσεων δικτυοκεντρικής συνεργίας μεταξύ παλαιών εκσυγχρονισμένων πλατφορμών μάχης σε συνεργασία με εξελιγμένους αλγορίθμους μάχης και έξυπνα πυρομαχικά.
«Κατά τη διάρκεια της δοκιμής του Δεκεμβρίου, ένα MC-130J που επιχειρούσε υπό το πλήρωμα της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων της Πολεμικής Αεροπορίας, έλαβε νέα δεδομένα στοχοποίησης κατά την πτήση, τα οποία στη συνέχεια μεταδόθηκαν στον πύραυλο cruise (FTV)», δήλωσε εκπρόσωπος της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ. «Η παραλαβή εν πτήση και η αποστολή των νέων δεδομένων στοχοποίησης στο βλήμα FTV του συστήματος διαχείρισης μάχης αεροσκαφών ήταν ένα επίτευγμα που φέραμε εις πέρας για πρώτη φορά στην ιστορία».
Σχολιασμός Επιχείρησης
Ο γράφον τυγχάνει να παρακολουθεί εδώ και ένα τρίμηνο το προαναφερθέν πρόγραμμα αξιοποίησης των C-130 μέσω οπλοποίησης τεχνολογιών αιχμής και φόρτου υποστρατηγικών βλημάτων. Σύμφωνα με προηγούμενες δοκιμές βλημάτων με παρόμοιες δυνατότητες το βλήμα φαίνεται να προσομοιάζει παραλλαγές της οικογένειας AGM-158 Joint Air-to-Surface Standoff Missile (JASSM), που περιλαμβάνει τον AGM-158C Long Range Anti-Ship Missile (LRASM), καθώς και ένα νέο μοντέλο που ονομάζεται ως »Cargo Launch Expendable Air Vehicles with Extended Range» ή CLEAVER. Η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ δεν έδωσε επιμέρους λεπτομέρειες, αλλά η Lockheed Martin το περιέγραψε ως «σκάφος».
Το C-130 ως μέσο αποδέσμευσης Drone Swarm
Το Αμερικανικό Πεντάγωνο στα μέσα Νοέμβρη ανακοίνωσε ότι ένα από τα γραφεία του ολοκλήρωσε τις προγραμματισμένες εργασίες έρευνας και ανάπτυξης σε μια σειρά από τεχνολογίες μη επανδρωμένων σμήνων drone και τώρα τις έχει παραδώσει στην Πολεμική Αεροπορία, τον Στρατό, το Ναυτικό και το Σώμα Πεζοναυτών των ΗΠΑ για την υποστήριξη διαφόρων προγραμμάτων. Τα εν λόγω συστήματα είναι η έκδοση Block 3 του μη επανδρωμένου αεροσκάφους Coyote της Raytheon, ένας σύνδεσμος δεδομένων που εξειδικεύεται στην επιβίωση σε κορεσμένο ηλεκτρομαγνητικά περιβάλλον μάχης και ένα πακέτο λογισμικού που επιτρέπει στα προαναφερθέντα drones να λειτουργούν ως αυτόνομο σμήνος.
Όλες αυτές οι τεχνολογίες αναπτύχθηκαν υπό την αιγίδα του προγράμματος Low-Cost Cruise Missile (LCCM), υπό την ηγεσία του γραφείου Joint Capability Technology Demonstration (JCTD) του Πενταγώνου. Το Ερευνητικό Εργαστήριο Πολεμικής Αεροπορίας (AFRL) και το Γραφείο Ναυτικής Έρευνας (ONR) συμμετείχαν επίσης άμεσα στο έργο, το οποίο χρονολογείται τουλάχιστον από το 2017. Η περιγραφή του Πενταγώνου για το έργο LCCM εγείρει επίσης ερωτήματα σχετικά με την πιθανή σχέση του με το πείραμα «Super Swarm».
Πέρυσι, το γραφείο του Πολεμικού Ναυτικού αποκάλυψε ότι είχε πραγματοποιήσει μια «προσπάθεια ρεκόρ όπου εκτόξευσε ταυτόχρονα 1.000 μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα από ένα C-130 και επέδειξε συμπεριφορές κρίσιμες για τη μελλοντική χρήση ενός υπερσμήνους» γνωστό ως «Close-in Covert Autonomous». Ως επιχειρησιακό αποτύπωμα της παραπάνω προσπάθειας, έμεινε η ανάπτυξη του Coyote Block 3, το οποίο σε συνδυασμό με τις άλλες τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του LCCM θα μπορούσε να αποτελέσει το κύριο μέσω διεξαγωγής επιχειρήσεων μέσω Σμήνων για το Αμερικανικό Στράτευμα γενικότερα.
Comments 1