Χωριανόπουλος Άγγελος
Το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ παρουσίασε προ ορισμένων μηνών την πρωτοβουλία Replicator, με στόχο την ταχεία κλιμάκωση των δυνατοτήτων ενόψει του στρατηγικού ανταγωνισμού με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, της Ρωσίας και της Βόρειας Κορέας. Το πρώτο καθήκον του Replicator θα είναι η ταχεία υιοθέτηση και η ανάπτυξη χιλιάδων αυτόνομων συστημάτων με δυνατότητα υιοθέτησης εντός των επόμενων 18 έως 24 μηνών, αξιοποιώντας την Τεχνητή Νοημοσύνη, τη ρομποτική και εμπορικά διαθέσιμη τεχνολογία που βρίσκεται στο Amazon, στο AliExpress και άλλες πλατφόρμες του κόσμου.
Η πρωτοβουλία αυτή είναι η τελευταία από μια σειρά θεσμικών ωθήσεων που πραγματοποιεί το Αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας για τη μετάβαση των εξελίξεων στις αναδυόμενες τεχνολογίες σε ολοκληρωμένες και έτοιμες προς χρήση δυνατότητες. Πρόθεση της πρωτοβουλίας είναι να συμβαδίσει με τις προσπάθειες της Κίνας να “ολιστικοποιήσει” τον στρατό της, αξιοποιώντας μια σειρά τεχνολογιών αιχμής για την επιδίωξη των στόχων της εξωτερικής της πολιτικής στον Ινδο-Ειρηνικό. Και όταν μιλάω για ”ολιστικοποίηση” υπενθυμίζω πως το Κομουνιστικό Κόμμα Κίνας ΔΕΝ διαχωρίζει διαφορά μεταξύ κατάστασης Ειρήνης και Πολέμου. Θεωρεί πως βρίσκεται σε μία ενιαία ολοκληρωτική κατάσταση πολέμου με τις ΗΠΑ με μερικές αυξομειώσεις στην ένταση. Αυτό συνέβη μετά τον βομβαρδισμό της κινεζικής πρεσβείας στην Γιουγκοσλαβία στις 7 Μαΐου 1999 από αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη.
Στόχος του Replicator είναι η ενσωμάτωση των αναδυόμενων τεχνολογιών – και ιδίως εκείνων που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα – στο επιχειρησιακό πλαίσιο του Αμερικανικού Στρατού. Για παράδειγμα, η Διοίκηση Μη Επανδρωμένων Συστημάτων του Ινδό-ειρηνικού, μπορεί να ανακοινώσει πως χρειάζεται άμεσα 22 ταχύπλοα ρομποτικά σκάφη USV τα οποία θα λειτουργούν συνεργατικά με τουλάχιστον 52 μη επανδρωμένα μέσα τακτικού επιπέδου (τα νούμερα είναι υποθετικά). Εφόσον έρθει το αίτημα, ο ρόλος του Replicator (αντίστοιχο θα έπρεπε να έχει και το ελληνικό ΕΛΚΑΚ) είναι να συλλέξει όλες τις ήδη υπάρχουσες πιθανές επιλογές USV και Tactical Drone, μέσω εξειδικευμένων αξιωματούχων να διεξάγει ορισμένες αρχικές δοκιμές για να ελεχθούν τα συστήματα επί των κρίσιμων λειτουργειών που χρειάζονται και στην συνέχεια να βοηθήσουν τα στελέχη της Διοίκησης Μη Επανδρωμένων Συστημάτων του Ινδό-ειρηνικού έτσι ώστε να λάβουν την βέλτιστη επιλογή στο μικρότερο χρονικό διάστημα.
Το ερώτημα παραμένει αν ο ρυθμός και η κλίμακα των καινοτομιών του Replicator και του Ελληνικού ΕΛΚΑΚ μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις ενός ολοένα και πιο σύνθετου και ανταγωνιστικού γεωπολιτικού τοπίου. Εάν το ΕΛΚΑΚ ανταποκριθεί έστω σε μερικά από τα κελεύσματα του ΥΠΑΜ, θα μπορούσε να δημιουργήσει μια εξορθολογισμένη οδό για την ενσωμάτωση αναδυόμενων τεχνολογιών στον Στρατό. Έτσι, ενώ οι υποσχέσεις αναφορικά με το ΕΛΚΑΚ που λειτουργεί ως κορμός της ”Ατζέντας 2030” είναι τεράστιες, η επιτυχία τους εξαρτάται από την υπέρβαση μιας πληθώρας προκλήσεων, από την επεκτασιμότητα της παραγωγής έως τη γραφειοκρατική αδράνεια, που εμπόδισαν προηγούμενες παρόμοιες προσπάθειες υιοθέτησης καινοτομιών.
Το χάσμα αντίληψης
Για δεκαετίες, ο Ελληνικός Στρατός (αλλά και ο Αμερικανικός εν καιρώ κρίσεων) αντιμετώπιζε την πρόκληση της εξισορρόπησης του υπολογισμού του κόστους και της αποτελεσματικότητας μεταξύ των “πολλών και απλών” και των “λίγων και πολύπλοκων” οπλικών συστημάτων. Από τον Πόλεμο του Βιετνάμ, ο Αμερικανικός Στρατός έτεινε προς το δεύτερο, δίνοντας προτεραιότητα στα ακριβά, “εκλεκτά” συστήματα, με καλύτερο παράδειγμα την επιδίωξη ακριβέστερων όπλων – κατασκευασμένων σε μικρότερους αριθμούς – για τη μεγιστοποίηση της χρησιμότητας των εξαιρετικά ικανών πλατφορμών μάχης. Η προσέγγιση αυτή προήλθε από μια βασική πραγματικότητα: Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν την παραγωγή συμβατικού στρατιωτικού εξοπλισμού της Σοβιετικής Ένωσης. Ως εκ τούτου, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επένδυαν στην τεχνολογία για να καταστήσουν τις δυνάμεις τους πιο θανατηφόρες, όπως η προηγούμενη προσπάθεια να αναπτύξουν μια σειρά από όλο και πιο “έξυπνα” οπλικά συστήματα – που ονομάστηκαν Assault Breaker – στα μέσα και τέλη του Ψυχρού Πολέμου. Ωστόσο, η εκτόξευση του κόστους των όπλων και των πλατφορμών, οι πρόσφατες ανακαλύψεις στις αναδυόμενες τεχνολογίες και η επανεμφάνιση των συγκρούσεων μεγάλων δυνάμεων καθιστούν όλο και πιο δύσκολο για τον αμερικανικό στρατό να βασίζεται αποκλειστικά σε μικρό αριθμό προηγμένων δυνατοτήτων. Και αυτή είναι μία πραγματικότητα που αφορά και την Ελλάδα.
Τα μη επανδρωμένα συστήματα μπορούν να προσφέρουν μια βιώσιμη λύση σε αυτή την πρόκληση της καμπύλης κόστους, επειδή οι οικονομικά αποδοτικές πλατφόρμες, τα δίκτυα θανάτου, οι αισθητήρες και τα πυρομαχικά μπορούν να παραχθούν μαζικά. Αυτά τα χαρακτηριστικά -ιδιαίτερα το χαμηλό κόστος τους- τα καθιστούν κατάλληλα για πόλεμο φθοράς και θα επέτρεπαν μεγαλύτερη επιχειρησιακή ευελιξία. Με την υιοθέτηση της Διακλαδικότητας και από την αποκλειστική εξάρτηση από έναν περιορισμένο αριθμό ακριβών επανδρωμένων μέσων για να συμπεριλάβουν και να δημιουργήσουν ”χώρο” για συμπληρωματικά, πιο οικονομικά & αποδοτικά, μη επανδρωμένα συστήματα που μπορούν να παραχθούν, να αναπτυχθούν και να επανατοποθετηθούν με λιγότερη συντήρηση, ο Ελληνικός Στρατός μπορεί να καινοτομήσει μέσω της επανεισαγωγής του όρου της ”μάζας” στον στρατιωτικό σχεδιασμό. Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες όμως ειδικά στον τομέα των περιφερόμενων πυρομαχικών έχουν ήδη δώσει ακαριαίες λύσεις στο πρόβλημα της ”μάζας”.
Τα στρατηγικά πλεονεκτήματα των αξιοποιήσιμων μη επανδρωμένων ημι-αυτόνομων συστημάτων είναι μεγαλύτερα από το άθροισμα του επιμέρους κόστους. Και ο λόγος είναι εξαιρετικά απλός. Η συνολική ισχύς ενός F-16V για παράδειγμα σε επιχειρήσεις τύπου JTAC μπορεί να αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από χρήση πολλαπλών περιφερόμενων πυρομαχικών και αυτοκτονικών drone έναντι επίγειων δυνάμεων ή κινητών στόχων έτσι ώστε να διαμοιραστεί η συνολική ισχύς των όπλων του F-16 σε πολλαπλά και αναλώσιμα μη επανδρωμένα μέσα. Το F-16 θα μπορούσε να περιοριστεί στο να αναλαμβάνει με μεγαλύτερη ακρίβεια λιγότερες και ουσιαστικότερες αποστολές αέρος – αέρος. Το παράδειγμα που μόλις ακούσατε παρουσιάστηκε κατά την τελετή ανακοίνωσης υιοθέτησης του περιφερόμενου πυρομαχικού Switchblade-600 στις τάξεις των USMC σε επίπεδο Λόχου.
Η χρήση μεγάλου αριθμού φθηνότερων συστημάτων αυξάνει επίσης τις πιθανότητες για “αξιοπρεπή υποβάθμιση”, πράγμα που σημαίνει ότι η απώλεια ενός μεμονωμένου συστήματος είναι σημαντικά λιγότερο επιζήμια για τη συνολική ισχύ του Στρατεύματος. Σε συστηματικό επίπεδο, επομένως, η χρήση τέτοιου είδους συστημάτων μετατοπίζει το βάρος από την επιβιωσιμότητα ενός μεμονωμένου συστήματος στη συνολική ανθεκτικότητα του σμήνους ή του δικτύου μάχης.
Η τεχνολογική επανάσταση συναντά γεωπολιτικά τετελεσμένα
Πρώτον, η τεχνητή νοημοσύνη, η ρομποτική και η αυτονομία έχουν ωριμάσει σε σημείο που μπορούν να ενσωματωθούν με ασφάλεια και αξιοπιστία στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο ήδη γίνεται στο πεδίο επιχειρήσεων της Ουκρανίας, είχε συμβεί στο Αρτσάχ του 2021 και στην Γάζα το ίδιο έτος από Ισραηλινής πλευράς. Πολλές εφαρμογές είναι όχι μόνο επαρκώς ώριμες αλλά και όλο και πιο προσιτές – κυρίως επειδή οι πρωταρχικοί οδηγοί μεγάλου μέρους της υποκείμενης τεχνολογίας δεν είναι στρατιωτικά ή κυβερνητικά ερευνητικά ιδρύματα, αλλά ο ιδιωτικός τομέας. Οι τεχνολογίες αυτές δεν είναι απλώς οικονομικά αποδοτικές. Αντίθετα, είναι συχνά γενικής χρήσης, αν όχι διπλής χρήσης, με πολλές από αυτές να είναι σχεδόν έτοιμες για χρήση κατευθείαν από το ράφι. Αυτή η προσβασιμότητα και η οικονομική προσιτότητα προσφέρουν στους στρατούς περισσότερο χώρο για πειραματισμό, προωθώντας κατ’ επέκταση την καινοτομία σε τακτικό επίπεδο.
Από την Task Force 59 του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, μέχρι το πρόγραμμα σμήνους Golden Horde του Εργαστηρίου Ερευνών της Πολεμικής Αεροπορίας, τα καθιερωμένα πειράματα από αμερικανικής πλευράς έχουν αναδείξει την ετοιμότητα, την προσαρμοστικότητα και τις δυνατότητες αυτών των συστημάτων να επιχειρούν κυρίως στην περιοχή του Αραβικού Κόλπου και του Ινδο-ειρηνικού.
Επομένως, η εστίαση του ΕΛΚΑΚ στην ”αξιοποιήσιμη μάζα μη επανδρωμένων μέσων” σηματοδοτεί τη διαβάθμιση αυτών των αναδυόμενων δυνατοτήτων από πειράματα σε στοιχεία δυνάμεων, υποστηρίζοντας ότι όχι μόνο η τεχνολογία είναι έτοιμη, αλλά και το Υπουργείο Άμυνας είναι έτοιμο να προμηθευτεί αυτά τα συστήματα γρήγορα και να τα ενσωματώσει αποτελεσματικά στον τρόπο με τον οποίο ο Στρατός μάχεται. Και εδώ πέρα διαπιστώνεται ένα τεράστιο κενό από ελληνικής μεριάς. Τι θα γίνει με τα συστήματα που ενσωματώνουν τεχνητή νοημοσύνη σε ηθικό και επιχειρησιακό επίπεδο; Θα ακολουθήσουμε και εδώ ως Στράτευμα τις κυριολεκτικά ”απαγορευτικές” νομολογίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Δεν γίνεται καμία νύξη σε αυτό το ζήτημα από το κείμενο που βγήκε προς δημόσια διαβούλευση από το ΥΠΑΜ.
Στο Αμερικάνικο Replicator υπάρχουν ήδη συνοδευτικές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 3000.09, της Στρατηγικής Υπεύθυνης Τεχνητής Νοημοσύνης και της Άμεσης Εφαρμογής και των Αρχών Ηθικής Τεχνητής Νοημοσύνης του Υπουργείου Άμυνας. Το Αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας έχει πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη πολιτικών για την ασφαλή και υπεύθυνη ανάπτυξη της ΤΝ και των αυτόνομων συστημάτων. Το Ελληνικό ΥΠΑΜ κανείς δεν ξέρει που κινείται σε αυτόν τον τομέα.
Ωστόσο, η ύπαρξη ώριμων τεχνολογιών δεν αρκεί. Συχνά υπάρχει ένα “χάσμα εμπιστοσύνης” μεταξύ των πραγματικών και των αντιληπτών ικανοτήτων και περιορισμών μιας συγκεκριμένης τεχνολογίας. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου τη διαφορά μεταξύ της τεχνολογικής αλλαγής και των στρατιωτικών καινοτομιών που αναγκαστικά απαιτούν οργανωτικές αλλαγές και αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο επιχειρεί το Στράτευμα. Μόνο μέχρι πρόσφατα η απόδειξη της έννοιας ήταν τόσο προφανής και δραματικά τεκμηριωμένη.
Η επιτυχής και ευρείας κλίμακας επίδειξη της Ουκρανίας στον τομέα των πλεονεκτημάτων και των ευκαιριών που παρέχει η αξιοποίηση της μάζας στο πεδίο της μάχης έχει επιτέλους καταλύσει την απορρόφηση των “διδαγμάτων” από τη σύγκρουση. Μέσω της παρακολούθησης και της δημιουργίας ”ουράς στόχων” (όπως λένε οι Ουκρανοί) μέσω μιας εξειδικευμένης εφαρμογής – που ονομάστηκε “Uber για το πυροβολικό” – έως την ανάπτυξη από την Ουκρανία ενός “στρατού μη επανδρωμένων αεροσκαφών”, το Κίεβο έχει επιδείξει ορισμένες από τις δυνατότητες κλιμάκωσης οικονομικά αποδοτικών, έτοιμων προς χρήση, αξιοποιήσιμων συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των επίπεδων, συναρμολογούμενων, αυτοσχέδιων, χάρτινων μη επανδρωμένων αεροσκαφών τύπου Ikea, που δεν κοστίζουν περισσότερο από 3.500 δολάρια το καθένα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν τα συστήματα αυτά είναι καλά ενσωματωμένα και διαλειτουργικά με τον υπόλοιπο στρατό. Και όταν δεν έχει εγκατασταθεί Link-16 ακόμα σε όλην την Πολεμική Αεροπορία αμφιβάλλω αν ένα ΕΛΚΑΚ είναι ικανό να πετύχει μία ενιαία διασύνδεση σε όλα τα μη επανδρωμένα συστήματα. Η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία χρησιμεύει ως πεδίο δοκιμών στον πραγματικό κόσμο, αποδεικνύοντας την αποτελεσματικότητα της χρήσης ευπαθών συστημάτων όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη ως αναλώσιμοι πόροι.
Η χρήση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών από τον ουκρανικό στρατό σε μεγάλους αριθμούς – και ίσως πιο σημαντικά, η ικανότητά του να αντέχει συγκλονιστικές απώλειες αυτών των συστημάτων με φαινομενικά περιορισμένο αντίκτυπο στην ικανότητά του να πολεμήσει – έδειξε ότι η ποσότητα, όταν χρησιμοποιείται στρατηγικά, μπορεί πράγματι να έχει τη δική της ποιότητα. Η ανάπτυξη από τη Ρωσία κυμάτων σχετικά μη εξελιγμένων, εύκολα καταστρεφόμενων περιφερόμενων πυρομαχικών Shahed, για παράδειγμα, καταδεικνύει την αποτελεσματική ασυμμετρία κόστους- ακόμη και αν είναι εύκολο να καταρριφθούν, το κέρδος μπορεί να μην δικαιολογεί την προσπάθεια – ή το κόστος.
Τέλος, η αναζωπύρωση της σύγκρουσης μεγάλων δυνάμεων – ιδιαίτερα μπροστά στο σαφές πλεονέκτημα της Κίνας/Τουρκίας σε μάζα, με “περισσότερα πλοία, περισσότερους πυραύλους, περισσότερες δυνάμεις”- έχει δώσει την ώθηση και τον επείγοντα χαρακτήρα που απαιτούνται για να συνεχιστεί ο κλονισμός του δημοσιονομικού, οργανωτικού και γραφειοκρατικού status quo της χώρας μας. Το Replicator στοχεύει στην επιτάχυνση της ανάπτυξης προηγμένων, ευέλικτων αυτόνομων συστημάτων, μετατοπίζοντας την ισορροπία δυνάμεων κάνοντας ορισμένες αναδυόμενες δυνατότητες και επιχειρησιακές έννοιες που θεωρούνταν ότι απέχουν μια δεκαετία, να ενταχθούν πολύ νωρίτερα στο Στράτευμα.
Ένα στοίχημα υψηλού κινδύνου
Μία από τις πιο σημαντικές προκλήσεις για την χώρα μας έγκειται στην κλιμάκωση της παραγωγής. Η βιομηχανική βάση των ελληνικών εταιρειών άμυνας θα πρέπει να προσαρμοστεί γρήγορα για να ανταποκριθεί στη ζήτηση για μαζικά παραγόμενα, οικονομικά αποδοτικά στρατιωτικά περιουσιακά στοιχεία πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Το Υπουργείο Άμυνας θα πρέπει να δράσει αποφασιστικά για να δώσει τις πιο επιδραστικές τεχνολογίες στα χέρια των χειριστών το συντομότερο δυνατό. Αυτό δεν αφορά μόνο την επιτάχυνση της παραγωγής των συστημάτων, αλλά και την επιτάχυνση ολόκληρου του κύκλου ζωής – από τον πειραματισμό και τις δοκιμές έως την αξιολόγηση – ώστε να διασφαλιστεί ότι αυτές οι δυνατότητες μπορούν να αναπτυχθούν αποτελεσματικά. Και χωρίς κάποια σοβαρή κρατική χρηματοδότηση άνευ ”κρατικοποίησης” των πνευματικών δικαιωμάτων χρήσης του κάθε ιδιωτικού οπλικού συστήματος, μία τέτοια διαδικασία από ελληνικής πλευράς δεν μπορεί να έρθει εις πέρας.
Η γραφειοκρατική αδράνεια αποτελεί επίσης σημαντικό κίνδυνο. Το Υπουργείο Άμυνας υπολείπεται σε ”ακαριαίες αποφάσεις” (με εξαίρεση τα Rafale) λόγω ενός λαβύρινθου θεσμικών εμποδίων και γραφειοκρατικών διαδικασιών. Οι διαδικασίες κατάρτισης του προϋπολογισμού μπορεί να είναι τόσο χρονοβόρες ώστε, μέχρι τη στιγμή που τα κονδύλια προτείνονται από το Υπουργείο Άμυνας και εγκρίνονται από την Βουλή, η τεχνολογία να είναι ξεπερασμένη (ένας οξύς κίνδυνος δεδομένου του πόσο γρήγορα εξελίσσεται ο τομέας της τεχνητής νοημοσύνης). Ακριβώς αυτό συμβαίνει με το μη επανδρωμένο όχημα ΑΡΧΥΤΑΣ το οποίο είναι ήδη τεχνολογικά ξεπερασμένο πριν καν μπει σε μαζική παραγωγή. Οι στρατιωτικές υπηρεσίες μερικές φορές αντιστέκονται στις νέες τεχνολογίες των οποίων η ενσωμάτωση απαιτεί νέες έννοιες λειτουργίας που προκαλούν τις υπάρχουσες γραφειοκρατικές ιεραρχίες. Τα γραφεία καινοτομίας που πειραματίζονται με τις νέες τεχνολογίες και δημιουργούν πρωτότυπα συχνά αποσυνδέονται από τη λήψη αποφάσεων για τις προμήθειες με τρόπους που παρατείνουν τις τεχνολογικές μεταβάσεις ή ακόμη και τις αποτρέπουν.
Ως συμπέρασμα, παραθέτουμε το σχόλιο του Γεώργιου Τζιραλή στην ανοιχτή διαβούλευση για το ΕΛΚΑΚ. Το σχόλιο είναι ανατριχιαστικό.
”Ονομάζομαι Γεώργιος Τζιραλής και είμαι εταίρος της Marathon Venture Capital. Έχω υπηρετήσει ως επενδυτής σε δεκάδες εταιρείες τεχνολογίας τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, ενώ ως Marathon έχουμε ήδη επενδύσει σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο της άμυνας.
Το σχέδιο νόμου είναι εξαίρετο και μπορεί να συνεισφέρει ουσιαστικά στην δημιουργία ενός οικοσυστήματος καινοτομίας διττής χρήσης. Ωστόσο το Άρθρο 11 θέτει την όλη προσπάθεια εν αμφιβόλω. Η πνευματική ιδιοκτησία αποτελεί τον πυρήνα των περιουσιακών στοιχείων μιας εταιρείας τεχνολογίας. Η διερεύνηση πιθανών ζητημάτων αναφορικά με την πνευματική ιδιοκτησία αποτελεί βασικό παράγοντα της διαδικασίας due diligence που πραγματοποιείται πριν από κάθε επένδυση.
Η μεταβίβαση πνευματικής ιδιοκτησίας σε οποιονδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο πέραν της ίδιας της εταιρείας -στην προκειμένη περίπτωση στο ελληνικό Δημόσιο- ουσιαστικά καταστρέφει τις προοπτικές της εταιρείας για άντληση οποιασδήποτε χρηματοδότησης venture capital. Θα ήθελα αυτό να καταστεί σαφές: Στην εμπειρία μας, δεν υπάρχει venture capital fund που πρόκειται να επενδύσει σε εταιρεία τεχνολογίας που δεν κατέχει σε απόλυτο βαθμό χωρίς αστερίσκους την πνευματική ιδιοκτησία της. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι εξ’ ορισμού αντίθετο με τον καταστατικό σκοπό του ΕΚΑΚ, ήτοι «την καλλιέργεια οικοσυστήματος, την επιτάχυνση ανάπτυξης νέων τεχνολογιών, την υποστήριξη καινοτόμων επιχειρήσεων» και ούτω καθεξής.
Επίσης, σε πρακτικό επίπεδο, μία εταιρεία που δεν μπορεί να αντλήσει χρηματοδότηση, δεν μπορεί να παραμείνει ανταγωνιστική και κατ’ επέκταση τα προϊόντα της σταματούν να επιτελούν ικανοποιητικά την αποστολή τους για τους πελάτες τους, εν προκειμένω τις Ένοπλες Δυνάμεις. Είμαι πεποισμένος ότι μία τέτοια εξέλιξη δεν είναι επιθυμητή για τον νομοθέτη και ευελπιστώ πως το Άρθρο 11 θα επικαιροποιηθεί καταλλήλως ώστε να αποφευχθεί ένα τέτοιο σενάριο και η πληθώρα των ευεργετικών διατάξεων του σχεδίου νόμου να αξιοποιηθούν στην ολότητά τους”.
Παρά πολύ ενδιαφέρον άρθρο. Υπάρχει μια κρίσιμη μάζα εμπλεκομένων, που μελετά και καταλαβαίνει τις εξελίξεις και προτείνει λύσεις “out of the box” για την άμεση αντιμετώπιση διαφόρων καταστάσεων με τους “φίλους” μας. Τα προβλήματα συνήθως εντοπίζονται στα εξής:
1. Όχι “feed back” από αυτούς που πρέπει να αποφασίσουν ,
2. Θολό αρχικό πλαίσιο και όχι ξεκάθαρος σκοπός ,
3. “Φόβος” για το καινούριο, ειδικά όταν το αντικείμενο είναι μη συνήθη, μη γνώριμο και μη αξιοποιήσιμο για το επόμενο 6μηνο…,
4. Γραφειοκρατεία που μειώνεται με επιπλέον θέσπιση νέας γραφειοκρατείας,
5. Αποσπασματικές προσπάθειες (πχ όταν το κατάλληλο άτομο… αναλάβει την κατάλληλη θέση κλπ) και όχι συγκροτημένες λύσεις με δημιουργία επιλεγμένης, στοχευμένης και αποκλειστικής ομάδας εργασίας που θα αναλάβει συγκεκριμένο έργο με χρονοδιάγραμμα κλπ.
6. Καινοτομία όταν αφορά τους άλλους… και δεν “ταράζει” την πεπατημένη.
τα βασικά….
Να είστε καλά για το σχόλιο. Ωστόσο πλέον οι επιλογές αυτές είναι in the box και θεωρούνται οργανικό στοιχείο του Στρατεύματος. Το ίδιο ισχύει και για τα FPV. Η γραφειοκρατία είναι ένας τεράστιος εχθρός γα την Δύση.