«Μπλόκο» στην πώληση των μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter στην Τουρκία θέτει η απερχόμενη κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων στη Γερμανία. Σύμφωνα με δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Handelsblatt», που επικαλείται πηγές με γνώση των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων στο Βερολίνο, ο βασικός λόγος για την απόφαση αυτή είναι η πρόσφατη φυλάκιση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, πολιτικού αντιπάλου του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν. Ο Ιμάμογλου καταδικάστηκε για διαφθορά, ωστόσο η τουρκική αντιπολίτευση χαρακτηρίζει τις κατηγορίες κατασκευασμένες και πολιτικά υποκινούμενες.
Το γερμανικό υπουργικό επιτελείο θεωρεί την υπόθεση Ιμάμογλου ως σοβαρή επίθεση στη δημοκρατία στην Τουρκία, γεγονός που, όπως σημειώνουν κυβερνητικοί κύκλοι, δικαιολογεί το βέτο στην πώληση των Eurofighter. Παρά το ότι είχε προηγηθεί πρόοδος στο ζήτημα μέσω απόρρητων συνομιλιών μεταξύ του καγκελάριου Όλαφ Σολτς και του Τούρκου προέδρου το φθινόπωρο, το θέμα φαίνεται να έχει παγώσει.
Την ίδια στιγμή, το κόμμα του εν αναμονή καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς (CDU) εμφανίζεται πιο θετικό στην έγκριση της πώλησης, σε σύγκριση με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Κύκλοι της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) επισημαίνουν την ανάγκη να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών κρατών που συμμετέχουν στην κοινοπραξία του Eurofighter, δηλαδή της Γερμανίας, Μεγάλης Βρετανίας, Ιταλίας και Ισπανίας.
Από την πλευρά τους, οι Σοσιαλδημοκράτες τονίζουν ότι ο Μερτς οφείλει να χρησιμοποιήσει το ζήτημα των Eurofighter ως μοχλό πίεσης προς την Τουρκία, με απώτερο στόχο την απελευθέρωση του Ιμάμογλου.
Ένα γερμανικό βέτο στην εξαγωγή των Eurofighter θα ήταν βαρύ πλήγμα για την Άγκυρα, η οποία βρίσκεται σε αγώνα δρόμου για τον εκσυγχρονισμό της Πολεμικής της Αεροπορίας. Υπενθυμίζεται ότι η Τουρκία αποκλείστηκε από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35 από τις ΗΠΑ, μετά την αγορά των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-400.
Τα Eurofighter που επιδιώκει να αποκτήσει η Τουρκία από τη Μεγάλη Βρετανία (συνολικά 40 αεροσκάφη) προορίζονται να καλύψουν σημαντικά επιχειρησιακά κενά, ενώ η χώρα συνεχίζει παράλληλα την ανάπτυξη του εγχώριου μαχητικού «Kaan».
Η απόφαση του Βερολίνου προσθέτει μια ακόμη ένταση στο ήδη σύνθετο τοπίο των ευρωτουρκικών σχέσεων και δημιουργεί σημαντικούς γεωπολιτικούς προβληματισμούς, όχι μόνο για τη Γερμανία αλλά και για τις υπόλοιπες χώρες της κοινοπραξίας που ενδέχεται να επηρεαστούν από την απόφαση.