Το 2023, οι αμερικανικές αμυντικές εταιρείες γνώρισαν σημαντική αύξηση στις ξένες στρατιωτικές πωλήσεις, φτάνοντας τα 81 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 56% από τα 52 δισεκατομμύρια δολάρια που είχαν καταγραφεί το 2022. Αυτή η αύξηση των πωλήσεων προήλθε σε μεγάλο βαθμό από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η οποία οδήγησε σε σημαντικές συμφωνίες με χώρες του ΝΑΤΟ. Μεταξύ των μεγαλύτερων συναλλαγών ήταν οι πωλήσεις προς την Πολωνία και τη Γερμανία, συνολικού ύψους περίπου 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για επιθετικά και μεταφορικά ελικόπτερα και εκτοξευτές πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς. Οι συμφωνίες αυτές αποτέλεσαν μέρος της απάντησης του ΝΑΤΟ στις αυξανόμενες εντάσεις με τη Μόσχα και την Κίνα.
Αναλυτικότερα, οι παραγγελίες της Πολωνίας περιλάμβαναν μια συμφωνία ύψους 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων για ελικόπτερα AH-64E Apache, 10 δισεκατομμύρια δολάρια για το σύστημα πυραύλων πυροβολικού υψηλής κινητικότητας HIMARS, 4 δισεκατομμύρια δολάρια για τα ολοκληρωμένα συστήματα διοίκησης μάχης Air And Missile Defense και 3,75 δισεκατομμύρια δολάρια για τα άρματα μάχης M1A1 Abrams Main Battle. Η Γερμανία συμφώνησε σε παραγγελία 8,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων για ελικόπτερα CH-47F Chinook και 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων για προηγμένους πυραύλους αέρος-αέρος μεσαίου βεληνεκούς AIM-120C-8. Επιπλέον, η Τσεχική Δημοκρατία έκλεισε συμφωνία ύψους 5,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων για αεροσκάφη F-35, η Βουλγαρία παρήγγειλε οχήματα Stryker αξίας 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων και η Νορβηγία αγόρασε πακέτο ελικοπτέρων πολλαπλών αποστολών MH-60R αξίας 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Εκτός Ευρώπης, στις σημαντικές συμφωνίες περιλαμβάνονταν η παραγγελία F-35 της Νότιας Κορέας ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων και η παραγγελία CH-47F Chinook ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, καθώς και το σχέδιο της Ιαπωνίας να αγοράσει αεροσκάφη E-2D Advanced Hawkeye Airborne Early Warning And Control αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων.
Οι άμεσες εμπορικές πωλήσεις μεταξύ εθνών και αμυντικών εταιρειών ανήλθαν σε 157,5 δισεκατομμύρια δολάρια για το οικονομικό έτος 2023, ελαφρώς αυξημένες από τα 153,6 δισεκατομμύρια δολάρια του 2022. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο, που επιβλέπουν αυτές τις ξένες στρατιωτικές πωλήσεις, διερευνούν τρόπους επιτάχυνσης της διαδικασίας λόγω της αυξημένης παγκόσμιας ζήτησης μετά την εισβολή της Ρωσίας το 2022. Πάνω από το 95% των υποθέσεων διεκπεραιώνονται από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εντός 48 ωρών. Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ προσπαθούν επίσης να στηρίξουν την Ταϊβάν έναντι των απειλών της Κίνας, παρά την τρέχουσα καθυστέρηση 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε αμερικανικά όπλα για την Ταϊβάν. Επιπλέον, οι ΗΠΑ εργάζονται ενεργά για να επηρεάσουν την απόφαση της Αργεντινής υπέρ της αγοράς μεταχειρισμένων μαχητικών αεροσκαφών F-16 έναντι των κινεζικών αεροσκαφών JF-17. Οι προσπάθειες αυτές αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για την αντιμετώπιση της επιρροής του Πεκίνου και την υποστήριξη των Αμερικανών συμμάχων σε παγκόσμιο επίπεδο.